νοσοκομείο
Gríska
Grísk fallbeyging orðsins „νοσοκομείο“ | ||||||
Eintala (ενικός) |
Fleirtala (πληθυντικός) | |||||
Nefnifall (ονομαστική) | νοσοκομείο | νοσοκομεία | ||||
Eignarfall (γενική) | νοσοκομείου | νοσοκομείων | ||||
Þolfall (αιτιατική) | νοσοκομείο | νοσοκομεία | ||||
Ávarpsfall (κλητική) | νοσοκομείο | νοσοκομεία |
Nafnorð
νοσοκομείο (hvorugkyn)
- [1] sjúkrahús
- Framburður
- IPA: [nɔsɔkɔˈmiɔ]
- Tilvísun
„Νοσοκομείο“ er grein sem finna má á Wikipediu.
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής „νοσοκομείο“
Greek Corpus „νοσοκομείο“