σημύδα
Gríska
Grísk fallbeyging orðsins „σημύδα“ | ||||||
Eintala (ενικός) |
Fleirtala (πληθυντικός) | |||||
Nefnifall (ονομαστική) | σημύδα | σημύδες | ||||
Eignarfall (γενική) | σημύδας | σημύδων | ||||
Þolfall (αιτιατική) | σημύδα | σημύδες | ||||
Ávarpsfall (κλητική) | σημύδα | σημύδες |
Nafnorð
σημύδα (kvenkyn)
- [1] björk
- Framburður
- IPA: [siˈmiða]
- Tilvísun
„Σημύδα“ er grein sem finna má á Wikipediu.
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής „σημύδα“
Greek Corpus „σημύδα“